- παροιμίας
- παροιμίᾱς , παροιμίαproverbfem acc plπαροιμίᾱς , παροιμίαproverbfem gen sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ανομβρώ — ἀνομβρῶ ( έω) (Α) 1. αναβλύζω νερό 2. μτφ. παρέχω με αφθονία («καὶ αὐτοὶ ἐσοφίσαντο καὶ ἀνώμβρισαν παροιμίας» Π.Δ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < αν(α) * + ομβρώ «βρέχω»] … Dictionary of Greek
θεόφιλος — I (4ος αι. π.Χ.). Ποιητής της Μέσης κωμωδίας. Διασώθηκαν οι τίτλοι οκτώ κωμωδιών του: Ιατρός, Παγκράτεια, Βοιωτία, Νεοπτόλεμος, Επιδαύριος, Προιτίδες, Απόδημος και Φίλαυλος. Ο προτελευταίος και τελευταίος τίτλος αναφέρονται, αντίστοιχα, στα… … Dictionary of Greek
μύθος — Παραδοσιακή αφήγηση ενός λαού, στην οποία αποδίδονται ιδιαίτερες αξίες ιερού χαρακτήρα. Ο όρος, τον οποίο οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν για τις φανταστικές διηγήσεις, υποδηλώνει μέχρι σήμερα την πιθανότητα και την αντικειμενική αναξιοπιστία… … Dictionary of Greek
παροιμιάζω — Α [παροιμία] 1. μέσ. παροιμιάζομαι α) κάνω κάτι παροιμία, καθιστώ κάτι παροιμιώδες («ὁ τὸν θεὸν πρῶτον παροιμιασάμενος», Πλάτ.) β) μιλώ με παροιμίες, εκφράζω κάτι με παροιμίες, κάνω χρήση παροιμίας για να εκφράσω κάτι («τοιαυτά φασιν ἄνθρωποι… … Dictionary of Greek
Δήμων — (4ος αι. π.Χ.). Ατθιδογράφος (ιστοριογράφος της Αττικής). Έγραψε τα έργα Ατθίδας σε τέσσερις τόμους, Παροιμίας και Περί θυσιών … Dictionary of Greek
ВАСИЛИАДИС — Н. Василиадис Н. Василиадис [греч. Βασιλειάδης] Николаос Панайотис (род. 1927, дер. Ахна, Кипр), видный совр. греч. богослов, проповедник и публицист. В 1953 г. окончил Богословский фак т Афинского ун та. Член Православного миссионерско… … Православная энциклопедия
ЕВАГРИЙ ПОНТИЙСКИЙ — [греч. Εὐάϒριος ὁ Ποντικός] (ок. 345, г. Ивора Понтийская (совр. Сев. Турция) ок. 399, пустыня Келлии (Египет)), монах, аскетический писатель, богослов. Жизнь Источники Помимо скудных автобиографических данных, содержащихся в сочинениях Е. П.,… … Православная энциклопедия